- ψευτογιατρός
- ο плохой врач; шарлатан; коновал (разг )
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ψευτογιατρός — ο, Ν άτομο που κάνει τον γιατρό, χωρίς να έχει σπουδάσει ιατρική, κομπογιαννίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ψευτ τού ψεύτης + γιατρός] … Dictionary of Greek
ψευτογιατρός — ο κομπογιανίτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κομπογιανίτης — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται ο ψευδοεπιστήμονας και συνήθως ο εμπειρικός γιατρός. Για την ετυμολογία της λέξης κ. έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις κατά καιρούς. Ο Κοραής υποστήριζε ότι προήλθε από τις λέξεις κόμπος (κομπασμός) και… … Dictionary of Greek
λογίατρος — λογίατρος, ὁ (Α) γιατρός μόνο στα λόγια, ψευτογιατρός, κομπογιαννίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < λογο * + ἰατρός (< ἰῶμαι)] … Dictionary of Greek
θεραπευτής — ο θηλ. θεραπεύτρια, η 1. αυτός που θεραπεύει, γιατρός. 2. ψευτογιατρός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κομπογιανίτης — ο θηλ. ισσα 1. εμπειρικός γιατρός, ψευτογιατρός. 2. απατεώνας, αγύρτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)